Τετάρτη 30 Δεκεμβρίου 2009

Τα πρωϊνά νυχτερινά κάλαντα

"Είναι νύχτα όταν γράφονται αυτοί οι ήχοι: τώρα είναι πρωί σαν τις πηγές των λέξεων που αναβλύζουν. Και η ψυχή μου είναι μια πηγή που αναβλύζει κάλαντα.
Είναι νύχτα: τώρα με βλέπω να γυαλίζω το τριγωνάκι και ξυπνούν μέσα μου τα κάλαντα εκείνων που αγαπούν. Και η ψυχή μου είναι τα θρυμματισμένα κάλαντα ενός όντος που αγαπά.
Κάτι άσβεστο, κάτι ασίγαστο υπάρχει μέσα μου, θέλει να ακουστεί δυνατά, σαν καθημερινά κάλαντα σε αδιάφορους ανθρώπους. Μια λαχτάρα για αγάπη υπάρχει μέσα μου, που τραγουδά η ίδια τη γλώσσα της αγάπης.
Είμαι φως: αχ, να ήμουν νύχτα! Αλλά αυτή είναι η μοναξιά μου, να είμαι περικυκλωμένος από φως..."
Αυτά τα κάλαντα τραγούδησα το πρωί, σαν μια επιθυμία να ήμουν σκοτεινός και νυχτερινός, να βυζαίνω συνέχεια τους μαστούς του φωτός, τα μικρά σπινθηροβόλα αστέρια που σαν φωτεινά σκουλήκια χαρίζουν φως στον ουρανό να προσκυνώ.
Το ένοιωσα όμως: Ζω μέσα στο δικό μου φως, πίνω πάλι τις φλόγες που ξεπηδούν από μέσα μου. Δεν γνωρίζω την ευτυχία εκείνου που παίρνει, συνεχώς πια ονειρεύομαι πως το να κλέβεις πρέπει να δίνει περισσότερη ευτυχία από το να παίρνεις.
Αυτή είναι η φτώχεια μου, να μην ξεκουράζεται ποτέ το χέρι μου από το να δωρίζει...
"Αυτός είναι ο φθόνος σου, να βλέπεις μάτια που περιμένουν και τις φωτισμένες νύχτες της λαχτάρας, άκουσα τη φωνή να μου τραγουδά."
Παίρνουν από μένα, απάντησα βιαστικά και λούφαξα μέσα στη δυστυχία όλων των δωρητών, στην ακόρεστη πείνα μέσα στον κορεσμό!
"Δεν αγγίζεις όμως ακόμη τις ψυχές τους. Υπάρχει άβυσσος ανάμεσα στο δίνεις και το παίρνεις και η μικρότερη άβυσσος είναι εκείνη που γεφυρώνεται δυσκολότερα."
Χάθηκα στα λόγια της φωνής μου, κόμπιασα και αναμάσησα τις αναμνήσεις της παιδικής ηλικίας, αλλά και τις συναντήσεις στο "Πόλις" και τις υποσχέσεις των δωρητών. Μια πείνα μεγάλωσε μέσα μου, μια πείνα που μεγαλώνει από την ομορφιά μου: θέλω να κάνω κακό σ' εκείνους που φωτίζω, θέλω να ληστέψω εκείνους που μου προσφέρουν δώρα: έτσι ένοιωσα το πρωί να πεινώ για κακία, ιδού η μοχθηρία που ξεπηδά από τη μοναξιά μου.

Παρασκευή 18 Δεκεμβρίου 2009

Η προσφορά του δώρου

Και πάλι πέρασαν μέρες πάνω από την ψυχή μου και δεν το πρόσεξα. Το ιστολόγιο μαύρισε από τη σιωπή του και με κοίταζε ανήσυχο. Γιατί με έβλεπε που αγνάντευα το 'έργο' μου, πάνω από τις περιπλεγμένες αβύσσους της επικοινωνίας, άρχισε να χορεύει γύρω μου παιγνιδιάρικα, ώσπου στο τέλος άκουσα τα λόγια του.
"Ω άπιστε, είπε, την ευτυχία σου ψάχνεις μέσα στο διαδίκτυο;" __ "Τι σημασία έχει η ευτυχία! απάντησα, πάει καιρός πολύς που δεν αγωνίζομαι για την ευτυχία, αγωνίζομαι για το έργο μου." __ "Ω εραστή, είπαν ξανά οι λέξεις του ιστολογίου, μιλάς σαν κάποιον που έχει πολλά λεφτά και αγαθά, ενώ σπρώχνεσαι και λιώνεις μέσα στη λιωμένη πίσσα της ανεργίας."
Εκείνος δεν απάντησε, τις λέξεις του δεν βρήκα στα αυτιά μου, σαν αγριεμένο κύμα συλλογισμών στο μυαλό μου έφερνα την πίσσα της ανεργίας και όχι της αεργίας που ποτέ δεν γνώρισα...ώσπου πάλι στάθηκαν μπροστά μου οι λέξεις. "Ω ηδονιστή, είπαν, γίνεσαι ολοένα πιο κίτρινος και πιο σκοτεινός, μολονότι συνουσιάζεσαι με τις λέξεις, κοίτα λοιπόν, κάθεσαι πάνω στις νύξεις σου!" Ένοιωσα τον θυμό και την βλαστήμια στα χείλη μου, αλλά αντέδρασα: __"Τι λέτε βρε, νύξεις μου, είπα και γέλασα. Αυτό που μου συμβαίνει είναι ότι νοιώθω το μέλι μέσα στις φλέβες μου, ένα δώρο που κάνει το αίμα μου πιο παχύ και σιωπηλό και μάθετέ το, εσείς λέξεις των νύξεων, ή νύξεις των λέξεων, ή όπως στο καλό θέλετε να σας ονοματίζω, θέλω να προσφέρω τα δώρα μου στον κόσμο των ανθρώπων, ένας αδιόρθωτος εκπαιδευτής και σωφρονιστής της αβύσσου των ανθρώπων παραμένω". Τραβήχτηκαν, έφυγαν οι λέξεις, δεν ξέρω αν κατάλαβαν την πονηρία μου, αλλά μονάχος σαν έμεινα, μ' άκουσα να προφέρω:
"Το ότι μίλησα για προσφορές και προσφορά δώρων, δεν ήταν παρά μια πονηριά του λόγου μου και τώρα που είμαι μόνος, έχω το δικαίωμα να μιλώ πιο ελεύθερα απ ότι μπροστά σε ομάδες στοιβαγμένων και συμπονετικών μαθητών και να τους πω: Τι να προσφέρω! Εγώ σπαταλώ ότι μου χαρίζουν, εγώ ο σπάταλος με τις χίλιες λέξεις: Πώς θα μπορούσα να το ονομάσω αυτό ακόμη- η προσφορά του δώρου! "
Αυτά συνέβησαν και πανούργος και σαρκαστικός, όπως πάντα ήμουν, μέσα στο ιστολόγιο, καθόλου ανυπόμονος, καθόλου υπομονετικός, μάλλον σαν έναν που ξέμαθε ακόμα και την υπομονή, προχώρησα σε μια άλλη ανάρτηση.